Κρέατα, ψάρια, τυριά και πολλά ακόμη βασικά αγαθά εισάγονται στην Ελλάδα – Οι εισαγωγές παραμένουν περισσότερες παρά το νέο ρεκόρ στις εξαγωγές

Του Δημήτρη Χριστούλια

Σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα κινούνται οι εισαγωγές προϊόντων στην χώρα μας, παρά την εκτίναξη των ελληνικών εξαγωγών. Η χώρα μας συνεχίζει να εισάγει πολύ περισσότερα προϊόντα σε σχέση με αυτά που εξάγει. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής το πρώτο εξάμηνο του έτους οι εισαγωγές ανήλθαν στα 43,6 δισ. ευρώ όταν οι εξαγωγές, σημείωσαν νέο ρεκόρ φτάνοντας τα 26 δισ. ευρώ, με το εμπορικό ισοζύγιο ωστόσο να παραμένει, αρνητικό, φτάνοντας τα 17,6 δισ. ευρώ. Μόνο τον Ιούνιο το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου ανήλθε σε 2,8 δισ. ευρώ έναντι περίπου 2 δισ. ευρώ τον αντίστοιχο περσινό μήνα αυξημένο κατά 42,7%.

Η αντίστοιχη αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσίασε αύξηση του ελλείμματος κατά 473,2 εκατ. ευρώ, ήτοι σε ποσοστό 27,8%. Παράγοντες της αγοράς αποδίδουν το γεγονός αυτό σε δύο βασικούς λόγους. Πρώτον στις υψηλές τιμές των εισαγόμενων προϊόντων εξαιτίας των παγκόσμιων πληθωριστικών πιέσεων και δεύτερον εξαιτίας της έλλειψης βασικών πρώτων υλών στην χώρα μας για την παραγωγή ελληνικών προϊόντων τα οποία στη συνέχεια θα εξαχθούν σε χώρες όλου του κόσμου. Ουσιαστικά η  έξαρση του πληθωρισμού δημιουργεί ακόμη μεγαλύτερο έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας, επισκιάζοντας τις υψηλές επιδόσεις των εξαγωγών ενώ πλέον οι εισαγωγές πριμοδοτούν σε μεγάλο βαθμό τις εξαγωγές.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η συνολική αξία των εισαγωγών κατά το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Ιουνίου ανήλθε στο ποσό των 43,6 δισ. ευρώ έναντι 28,8 δισ. ευρώ το αντίστοιχο περσινό διάστημα παρουσιάζοντας αύξηση 14,8 δισ. ευρώ, ήτοι σε ποσοστό 51,1%. Το ίδιο διάστημα η αξία των εισαγωγών χωρίς τα πετρελαιοειδή ήταν αυξημένη κατά 7,6 δισ. ευρώ (+34,1%). Αντίστοιχα, το πρώτο εξάμηνο του  έτους η συνολική αξία των εξαγωγών έφτασε τα 26 δισ. ευρώ έναντι 18,6 δισ. ευρώ κατά το ίδιο διάστημα το 2021, παρουσιάζοντας αύξηση 39,8%.

Η αντίστοιχη αξία χωρίς τα πετρελαιοειδή παρουσίασε αύξηση κατά 3,3 δισ. ευρώ, δηλαδή 24,1%.  Το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου το πρώτο εξάμηνο του έτους ανήλθε στα περίπου 17,6 δισ. ευρώ έναντι 10,2 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο περσινό διάστημα παρουσιάζοντας αύξηση 71,6%. Χωρίς τα πετρελαιοειδή το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου παρουσίασε αύξηση κατά 4,3 δισ. ευρώ, ήτοι 50,3%. Η σημαντική άνοδο του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου οφείλεται σε έναν πολύ μεγάλο βαθμό στην ραγδαία αύξηση των τιμών στα ενεργειακά προϊόντα αλλά και σε μια σειρά από βασικές πρώτες ύλες όπως είναι για παράδειγμα τα σιτηρά οι τιμές των οποίων είναι ακριβότερες κατά τουλάχιστον 50% σε σχέση με πέρυσι.  

Τρόφιμα που εισάγουμε 

Όπως προκύπτει από στοιχεία που επεξεργάσθηκε τον Ινστιτούτο Εξαγωγικών Ερευνών και Σπουδών του ΣΕΒΕ-Συνδέσμου Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος και σας παρουσιάζει σήμερα το FoodLife, η χώρα μας εισάγει περισσότερα τρόφιμα και ποτά από αυτά που εξάγει. Το διάστημα Ιανουαρίου – Μαΐου οι εισαγωγές ανήλθαν σε 3,31 δισ. ευρώ έναντι 2,41 δισ. ευρώ που ήταν οι εξαγωγές τροφίμων και ποτών το ίδιο διάστημα, δηλαδή οι εισαγωγές ήταν κατά 900 εκατ. ευρώ περισσότερες από τις εξαγωγές. 

Η χώρα μας συνεχίζει και εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές προκειμένου να καλυφθεί η εγχώρια ζήτηση σε κρέας. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι εισαγωγές κρεάτων μόλις το πρώτο πεντάμηνο του έτους ανήλθαν σε 535,6 εκατ. ευρώ, όταν αντίστοιχα οι εξαγωγές ελληνικών κρεάτων έφτασαν μόλις τα 69,9 εκατ. ευρώ. Δηλαδή το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο που αφορά μόνο το κρέας και μόνο για τους πρώτους πέντε μήνες του χρόνου είναι στα 465,7 εκατ. ευρώ, στοιχεία που οδηγούν σε μια ασφαλή εκτίμηση ότι μέχρι το τέλος του χρόνου οι εισαγωγές σε κρέας θα ξεπεράσουν κατά τουλάχιστον 1 δισ. ευρώ τις αντίστοιχες εξαγωγές. Το κρέας είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που καταδεικνύει ότι ο πρωτογενής τομέας στην χώρα μας δεν λειτουργεί στον βαθμό που θα έπρεπε.

Ένα επίσης χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο κλάδος των γαλακτοκομικών προϊόντων, δηλαδή τα τυροκομικά προϊόντα και το γάλα. Ενώ οι εξαγωγές μας κινούνται σε ικανοποιητικά επίπεδα στα γαλακτοκομικά το πρώτο πεντάμηνο του έτους φτάνοντας τα 451,8 εκατ. ευρώ οι εισαγωγές είναι οριακά υψηλότερες στα 467,1 εκατ. ευρώ. Το γεγονός αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ακόμη και στα γαλακτοκομικά η χώρα μας δεν έχει την απαιτούμενη επάρκεια ενώ ορισμένες εταιρείες που παράγουν ελληνικά γαλακτοκομικά προϊόντα υψηλής ποιότητας προτιμούν να τα διοχετεύουν στο εξωτερικό σε υψηλότερες τιμές, απ’ ότι θα τα διέθεταν στην ελληνική αγορά. Στο ελαιόλαδο τα πράγματα για την χώρα μας είναι κάπως καλύτερα, αν και θα έπρεπε όπως επισημαίνουν  παράγοντες της αγοράς οι εισαγωγές να ήταν πολύ λιγότερες. Σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία του Ινστιτούτου Εξαγωγικών Ερευνών και Σπουδών του ΣΕΒΕ-Συνδέσμου Εξαγωγέων Βορείου Ελλάδος οι εισαγωγές σε έλαια και λίπη ανήλθαν, το πρώτο πεντάμηνο στα 234,1 εκατ. ευρώ έναντι 376 εκατ. ευρώ που ήταν η αξία των εξαγωγών. Ωστόσο, θα πρέπει να αναφερθεί ότι η χώρα μας πραγματοποιεί μια από τις μεγαλύτερες παραγωγές ελαιολάδου, μαζί με την Ισπανία και την Ιταλία.

Σημειώνεται ωστόσο, ότι ένα σημαντικό μέρος των εισαγωγών σε έλαια και λίπη αφορά βούτυρα και σπορέλαια. Κάτι αντίστοιχο ισχύει και στα ψάρια, όπου θα περίμενε κανείς ότι και σε αυτό το προϊόν οι εισαγωγές θα ήταν πολύ λίγες. Το πρώτο πεντάμηνο του έτους στην χώρα μας εισήχθησαν ψάρια αξίας 283,6 εκατ. ευρώ με τις εξαγωγές της χώρας να φτάνουν τα 366,3 εκατ. ευρώ. Στα δημητριακά, όπου περιλαμβάνονται και τα σιτηρά οι εισαγωγές παραμένουν σε υψηλά φτάνοντας τα 293,2 εκατ. ευρώ, με τις αντίστοιχες εξαγωγές να ανέρχονται στα 152,8 εκατ. ευρώ ενώ στα λαχανικά οι εισαγωγές είναι κατά περίπου 22 εκατ. ευρώ περισσότερες από τις εξαγωγές. Και στα ποτά οι εισαγωγές είναι περισσότερες κατά 89 εκατ. ευρώ απ’ ότι οι εξαγωγές.

Σημαντικό πλεόνασμα στο εμπορικό ισοζύγιο καταγράφεται στους καρπούς-νωπά φρούτα και στα παρασκευάσματα λαχανικών και φρούτων. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία οι εισαγωγές σε καρπούς και νωπά φρούτα ανήλθαν το διάστημα Ιανουαρίου-Μαίου στα 170,5 εκατ. ευρώ όταν οι εξαγωγές ελληνικών προϊόντων ήταν πολύ υψηλότερες φτάνοντας τα 482,4 εκατ. ευρώ. Αντίστοιχα οι εισαγωγές παρασκευασμάτων λαχανικών και φρούτων έφτασαν τα 129,8 εκατ. ευρώ όταν οι ελληνικές εξαγωγές σημείωσαν εντυπωσιακές επιδόσεις φτάνοντας τα 576 εκατ. ευρώ.  

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον θα έχει η αποτύπωση των εισαγωγών και κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού όπου κορυφώνεται η τουριστική κίνηση. Ειδικά φέτος, όπου οι αφίξεις των τουριστών φαίνεται να ξεπερνούν τις αντίστοιχες του 2019, η ζήτηση σε βασικά τρόφιμα θα είναι ακόμη υψηλότερη. 

Οι χώρες που εισάγουμε 

Διαχρονικά η χώρα μας εισάγει την πλειονότητα των προϊόντων από ευρωπαϊκές χώρες. Η πρώτη χώρα απ’ όπου εισάγουμε τα περισσότερα προϊόντα είναι η Ολλανδία με την συνολική αξία των εισαγωγών να φτάνει τα 428,2 εκατ. ευρώ το πρώτο πεντάμηνο του έτους. Πέρυσι το αντίστοιχο χρονικό διάστημα πρώτη χώρα στην λίστα με τις εισαγωγές ήταν η Γερμανία που τώρα βρίσκεται στην δεύτερη θέση με την αξία των εισαγωγών να ανέρχεται στα 402,8 εκατ. ευρώ Ακολουθούν η Βουλγαρία, η Ιταλία, η Γαλλία, η Ισπανία, η Πολωνία, το Βέλγιο και η Τουρκία.

Στην δέκατη θέση βρίσκεται η Ρουμανία με την αξία των εισαγωγών να φτάνει τα 81 εκατ. ευρώ. Η χώρα μας όμως το πρώτο πεντάμηνο του έτους έχει πραγματοποιήσει εισαγωγές από πολλές ακόμη χώρες σε όλον τον κόσμο. Στην πρώτη 20άδα με τις χώρες από τις οποίες κάνουμε τις μεγαλύτερες εισαγωγές είναι ο Ισημερινός, η Ινδονησία και η Αίγυπτος ενώ εισαγωγές η χώρα μας πραγματοποιεί από χώρες όπως η Κιργιζία, η Ακτή Ελεφαντοστού, η Κούβα, η Αυστραλία, η Ναμίμπια, το Περού και πολλές άλλες από όλον τον κόσμο. Η χώρα μας εισάγει σχεδόν όλα τα τρόφιμα από τυποποιημένα μέχρι φρέσκα φρούτα και οπωροκηπευτικά.

Το θετικό ωστόσο είναι ότι τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότερες μεγάλες επιχειρήσεις στρέφονται στην παραγωγή και τυποποίηση ελληνικών αγροτικών προϊόντων, διαβλέποντας τα μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης τόσο για την όσο το δυνατόν μεγαλύτερη κάλυψη της εγχώριας ζήτησης όσο και για την περεταίρω άνοδο των ελληνικών εξαγωγών. Εξαγωγές που συνεχίζουν να καταγράφουν εντυπωσιακή αύξηση της τάξης του 59,8% για τον Ιούνιο και 39,8% για το α’ εξάμηνο και είναι σχεδόν βέβαιο, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς ότι θα μειωθεί το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου. 

Ακολουθήστε το foodlife.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις