Περιζήτητα έχουν γίνει σε όλον τον κόσμο γαλακτοκομικά, ψάρια, φρούτα, λαχανικά, ελαιόλαδο και άλλα προϊόντα την στιγμή μάλιστα που το εξαγωγικό εμπόριο καταγράφει οριακή μείωση  

Την ατμομηχανή των ελληνικών εξαγωγών αποτελούν τα τρόφιμα, τα οποία συνεχίζουν να καταγράφουν ισχυρές επιδόσεις στις αγορές του εξωτερικού με αμείωτη ένταση. Σύμφωνα με την ανάλυση του Πανελληνίου Συνδέσμου Εξαγωγέων (ΠΣΕ) και του Κέντρου Εξαγωγικών Ερευνών και Μελετών (ΚΕΕΜ), επί των προσωρινών στοιχείων της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (ΕΛΣΤΑΤ) οι εξαγωγές τροφίμων σημείωσαν άνοδο 7,5% φτάνοντας τα 5,44 δισ. ευρώ έναντι 5,06 δισ. ευρώ την αντίστοιχη περσινή περίοδο.

Γράφει ο Δημήτρης Χριστούλιας 

Μάλιστα οι φετινές επιδόσεις θα ήταν ακόμη καλύτερες εάν συνεχιζότανε η δυναμική των εξαγωγών που κατέγραφε το ελαιόλαδο τα προηγούμενα χρόνια. Σύμφωνα με στοιχεία το πρώτο εξάμηνο της φετινής χρονιάς η αξία των εξαγωγών παρθένου ελαιολάδου ανήλθε στα 404,2 εκατ. ευρώ, από 720,7 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας σημαντική μείωση της τάξης του 43,9%, σε μια χρονιά μάλιστα που το ελληνικό ελαιόλαδο πουλήθηκε ακριβότερα σε σχέση με άλλες χρονιές σε όλες τις αγορές του εξωτερικού.

Γεγονός που αποδεικνύεται από την μείωση του όγκου πωλήσεων κατά 66,6% αφού το διάστημα Ιανουαρίου-Ιουνίου εξήχθησαν 43.646 τόνοι από 130.792 τόνοι την αντίστοιχη περσινή περίοδο.

Παράγοντες από τον κλάδο του ελαιολάδου εκτιμούν ότι εάν συνεχισθούν οι καλές καιρικές συνθήκες θα υπάρξει αύξηση της φετινής παραγωγής, η οποία θα δώσει και πάλι σημαντική ώθηση στις εξαγωγές του «ελληνικού χρυσού» στις αγορές του κόσμου.

Αναλυτικότερα, οι εντυπωσιακές εξαγωγές τροφίμων συνεχίσθηκαν και τον Αύγουστο, οι οποίες ανήλθαν στα 594,2 εκατ. ευρώ από 559,5 εκατ. ευρώ σημειώνοντας άνοδο 6,2%. Και όλα αυτά σε μια χρονιά όπου οι εξαγωγές καταγράφουν μείωση, προσπαθώντας ωστόσο να ανακάμψουν τους τελευταίους μήνες.

Σύμφωνα με στοιχεία του ΠΣΕ το φετινό οχτάμηνο οι ελληνικές εξαγωγές σημείωσαν οριακή μείωση της τάξης του 1,5%   φτάνοντας τα 33,72 δισ. ευρώ από 34,22 δισ. ευρώ, εξαιτίας της υποχώρησης της αξίας τους κατά τους τρεις πρώτους μήνες.

Αντίστοιχα οι εισαγωγές στην περίοδο Ιανουαρίου –Αυγούστου αυξήθηκαν ελαφρώς, καθώς διευρύνθηκαν κατά 1,07 δισ. ευρώ ήτοι σε ποσοστό 2%, με τη συνολική τους αξία να διαμορφώνεται στα 55,72 δισ. ευρώ έναντι 54,65 δισ. ευρώ κατά την αντίστοιχη περίοδο του 2023.

Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, το εμπορικό έλλειμμα στο διάστημα Ιανουαρίου-Αυγούστου αυξήθηκε κατά 1,57 δις. ευρώ και σε ποσοστό 7,7%, στα 22 δισ. ευρώ από 20,43 δισ. ευρώ το οκτάμηνο του 2023.

Οι πρωταγωνιστές

Στους πρωταγωνιστές των εξαγωγών συγκαταλέγονται μεταξύ άλλων τα τυριά, το γιαούρτι, τα ψάρια, τα φρούτα και τα λαχανικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι εξαγωγές στα τυριά ανήλθαν το πρώτο εξάμηνο του 2024 στα 489,6 εκατ. ευρώ  από 463,3 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περσινή περίοδο σημειώνοντας άνοδο 8,6%.

Σε υψηλά επίπεδα κινούνται και οι εξαγωγές στο γιαούρτι φτάνοντας τα 81,2 εκατ. ευρώ το διάστημα Ιανουαρίου-Ιουνίου έναντι 62,8 εκατ. ευρώ πέρυσι σημειώνοντας εντυπωσιακή άνοδο 29,3%. Οι ξένοι καταναλωτές φαίνεται πώς λατρεύουν το ελληνικό γιαούρτι οι εξαγωγές του οποίου είναι ανοδικές τα τελευταία χρόνια.

Μόνο τα τελευταία 5 χρόνια οι εξαγωγές γιαουρτιού έχουν αυξηθεί κατά περίπου 85%. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο ότι έχουν γίνει προσπάθειες από διάφορες επιχειρήσεις άλλων χωρών να αντιγράψουν το ελληνικό γιαούρτι αφού πρόκειται για έναν αναπτυσσόμενο κλάδο, με τζίρο άνω των 8 δισ. δολαρίων.

Ένας από τα προϊόντα που σημειώνουν υψηλές εξαγωγικές επιδόσεις είναι τα ψάρια, όπου παρόλο που καταγράφουν μια μείωση της τάξης του 6,9% η αξία του φτάνει τα 378,6 εκατ. ευρώ, Μάλιστα ο κλάδος της ιχθυοκαλλιέργειας είναι από τους πιο δυναμικούς εξαγωγικούς κλάδους της ελληνικής Οικονομίας καθώς το 2023 το 83% της ελληνικής παραγωγής σε τσιπούρα και λαβράκι, διατέθηκε στο εξωτερικό γεγονός που αποδεικνύει πως η ιχθυοκαλλιέργεια της χώρας μας διατήρησε την έντονη εξωστρέφειά της παρά τις συνεχιζόμενες πληθωριστικές πιέσεις που επηρεάζουν και τις πωλήσεις των ψαριών.

Σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της  ΕΛΟΠΥ, το προηγούμενο έτος, 100.361 τόνοι τσιπούρας και λαβρακιού αξίας 572,04 εκατ. ευρώ διατέθηκαν σε 36 αγορές σε όλον τον κόσμο. Η Ιταλία, η Ισπανία και η Γαλλία απορροφούν, πάνω από τη μισή ελληνική παραγωγή καθώς στις τρεις αυτές χώρες πωλήθηκε το 61% της ελληνικής παραγωγής και συγκεντρώνουν το 73% των εξαγωγών. Τη μεγαλύτερη αγορά για τα ελληνικά ψάρια αποτελεί η Ιταλία, απορροφώντας το 1/3 της παραγωγής σε τσιπούρα και λαβράκι, στην Ισπανία κατευθύνθηκε περίπου το 28%, ενώ η Γαλλία εισήγαγε περίπου το 15%.

Αν εξαιρεθούν οι ΗΠΑ, Ολλανδία, Γερμανία, Βουλγαρία, Πορτογαλία, Ρουμανία, Καναδάς, Κύπρος και Αγγλία, όπου εξαγωγές κυμάνθηκαν από 1.000 – 5.000 τόνους, στις υπόλοιπες 24 χώρες, οι εξαγωγές κυμάνθηκαν κάτω των 800 τόνων.

Σημαντικές είναι οι ελληνικές εξαγωγές σε φρούτα και λαχανικά. Σε ότι αφορά τα φρούτα μόνο οι εξαγωγές σε πορτοκάλια, φρέσκα και αποξηραμένα, ροδάκινα, φράουλες βερίκοκα και κεράσια έφτασαν το πρώτο εξάμηνο του έτους τα 484 εκατ. ευρώ ενώ στα 378,6 εκατ. ευρώ ανέρχονται οι εξαγωγές στα λαχανικά. Στον αντίποδα ωστόσο παραμένουν σε υψηλά επίπεδα οι εισαγωγές τροφίμων, οι οποίες πέρυσι ανήλθαν στα 8,2 δισ. ευρώ.

 

Ακολουθήστε το foodlife.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις