Μελέτη της ICAP CRIF: Στροφή στα γαλακτοκομικά προϊόντα μακράς διάρκειας
Το γιαούρτι το κύριο εξαγωγικό προϊόν του κλάδου με μερίδιο 76%-78% επί των εξαγωγών
Σε μια αναλυτική μελέτη για τον κλάδο των γαλακτοκομικών προϊόντων προχώρησε η ICAP CRIF αποκαλύπτοντας τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ελληνικής γαλακτοβιομηχανίας. Ο κλάδος των γαλακτοκομικών προϊόντων αποτελείται από σημαντικό αριθμό παραγωγικών επιχειρήσεων. Εκτός από τον παραγωγικό τομέα, ο κλάδος περιλαμβάνει και εισαγωγικές επιχειρήσεις, οι οποίες κατέχουν αξιόλογη θέση στην εγχώρια αγορά γαλακτοκομικών προϊόντων.
Τι αποκαλύπτει η μελέτη για τον κλάδο των γαλακτοκομικών προϊόντων
Τα γαλακτοκομικά προϊόντα ως βασικό είδος διατροφής παρουσιάζουν υψηλή ζήτηση και σχετικά χαμηλή ελαστικότητα ως προς την τιμή πώλησης και το διαθέσιμο εισόδημα. Παρ’ όλα αυτά, η τιμή πώλησης αποτελεί τον κυριότερο παράγοντα που καθορίζει την τελική επιλογή του καταναλωτή ανάμεσα σε πλήθος εμπορικών σημάτων που διατίθενται στην αγορά. Επιπρόσθετα, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ενός προϊόντος (γεύση, ποιότητα, θρεπτική αξία κ.ά.), η τεχνολογική πρόοδος που συμβάλλει σημαντικά στην βελτίωση των παραγόμενων προϊόντων, η διαφήμιση που ωθεί το καταναλωτικό κοινό προς συγκεκριμένα εμπορικά σήματα, όπως επίσης και η ύπαρξη ανταγωνιστικών/υποκατάστατων αγαθών με χαμηλότερο κόστος σε σύγκριση με τα αντίστοιχα γαλακτοκομικά, επηρεάζει σημαντικά τη ζήτηση των εξεταζόμενων προϊόντων.
H Σταματίνα Παντελαίου, Διευθύντρια Οικονομικών Κλαδικών Μελετών της ICAP CRIF επισημαίνει ότι η εγχώρια φαινομενική κατανάλωση φρέσκου παστεριωμένου γάλακτος παρουσίασε καθοδική πορεία την περίοδο 2020-2021, έπειτα από μία διετία θετικών μεταβολών. Ωστόσο, η εγχώρια αγορά του γάλακτος υψηλής παστερίωσης, μακράς διάρκειας και του συμπυκνωμένου εμφάνισαν θετικούς ρυθμούς μεταβολής κατά το 2020, με την τάση αυτή να συνεχίζεται και το 2021, σύμφωνα με εκτιμήσεις. Οι εν λόγω εξελίξεις αποδίδονται στην αλλαγή των προτιμήσεων των καταναλωτών οι οποίοι στράφηκαν προς προϊόντα γάλακτος που διατηρούνται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Όσον αφορά την εγχώρια αγορά γιαουρτιού, παρουσίασε αύξηση την περίοδο 2016-2018 με μέσο ετήσιο ρυθμό της τάξης του 5%. Ωστόσο, την ακόλουθη τριετία (2019-2021), εκτιμάται ότι κινείται καθοδικά καταγράφοντας σωρευτική μείωση 6% περίπου (2021/19). Σημαντική εξέλιξη για τον κλάδο αποτελεί η αξιόλογη αύξηση των εξαγωγών του γιαουρτιού, το οποίο αποσπά μερίδιο 76%-78% επί της συνολικής ποσότητας εξαγωγών γαλακτοκομικών προϊόντων τη διετία 2020-2021, γεγονός που το καθιστά το κυριότερο εξαγώγιμο προϊόν του κλάδου.
Συνεχείς αυξομειώσεις παρουσιάζει η εγχώρια αγορά τόσο του βουτύρου όσο και της κρέμας γάλακτος τα τελευταία έτη. Συγκεκριμένα, το 2021 η φαινομενική κατανάλωση του βουτύρου σημείωσε ανοδική πορεία, ύστερα από την αξιόλογη μείωση του 2020 και καλύπτεται διαχρονικά σχεδόν εξ΄ ολοκλήρου από τις εισαγωγές, με το ποσοστό συμμετοχής τους να διαμορφώνεται στο 92% κατά μέσο όρο την τελευταία δεκαετία (2012-2021). Ανάλογη πορεία ακολουθεί και η εγχώρια αγορά της κρέμας γάλακτος, η οποία εμφάνισε μείωση της τάξης του 3% το 2020, ενώ το 2021 εκτιμάται ότι επέστρεψε σε θετικούς ρυθμούς μεταβολής. Εν γένει, η επιστροφή των καταναλωτών σε ρυθμούς
κανονικότητας -ως ένα βαθμό- το 2021, αντιστάθμισε σε μεγάλο ποσοστό τις απώλειες του προηγούμενου έτους, καθώς ένα σημαντικό μέρος της κατανάλωσης των εν λόγω προϊόντων απορροφάται από κλάδους που επλήγησαν από την υγειονομική κρίση (κλάδος εστίασης, catering).
Η πανδημία Covid-19 που ξέσπασε και στην Ελλάδα από το Μάρτιο του 2020 ήταν η αιτία για την αρνητική εικόνα ορισμένων κατηγοριών γαλακτοκομικών προϊόντων την περίοδο 2020-2021. Τα μέτρα που ελήφθησαν από την Πολιτεία με σκοπό τον περιορισμό της διασποράς της νόσου συρρίκνωσαν τις δραστηριότητες πολλών επιχειρήσεων – πελατών του κλάδου. Ωστόσο, η σημαντική αύξηση της οικιακής κατανάλωσης και κατ’ επέκταση η άνοδος των πωλήσεων των αλυσίδων supermarkets, αντιστάθμισε τις συνολικές απώλειες. Σύμφωνα με την Αναστασία Κυριακίδη, Consultant της Διεύθυνσης Οικονομικών – Κλαδικών Μελετών της ICAP CRIF, η οποία επιμελήθηκε την εν λόγω μελέτη, η φύση των γαλακτοκομικών προϊόντων επέδειξε χαρακτηριστική “αντοχή” απέναντι στην πανδημία.
Συνεπώς, η λειτουργία των γαλακτοκομείων αντιμετώπισε ήπιες επιπτώσεις στις περισσότερες κατηγορίες παραγόμενων προϊόντων από τα μέτρα περιορισμού λόγω της πανδημίας ενώ, σύμφωνα με πηγές της αγοράς, το 2021 είχε ήδη εισέλθει σε τροχιά ανάκαμψης. Ωστόσο, μεγάλη πρόκληση για τον κλάδο της γαλακτοβιομηχανίας την τρέχουσα περίοδο αποτελούν οι έντονες πληθωριστικές πιέσεις, οι αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας και στις τιμές αναντικατάστατων πρώτων υλών που οδηγούν σε αξιόλογη αύξηση του κόστους παραγωγής και, κατά συνέπεια, του τελικού προϊόντος. Παρ’ όλα αυτά, με βάση τις εκτιμήσεις της ICAP CRIF, το 2022 η εγχώρια αγορά των γαλακτοκομικών προϊόντων εκτιμάται πως θα σημειώσει θετικούς ρυθμούς μεταβολής στις περισσότερες κατηγορίες προϊόντων.
Επιπλέον, η κα Κυριακίδη επισημαίνει ότι από τη συνολική εκτιμώμενη κατά κεφαλή κατανάλωση γαλακτοκομικών προϊόντων σε όρους ποσότητας το 2021, το 33% περίπου καλύπτεται από την κατανάλωση φρέσκου παστεριωμένου γάλακτος και ροφημάτων, το 27% από το γάλα υψηλής παστερίωσης, ενώ ένα ποσοστό της τάξης του 10% από το γιαούρτι.
Διαβάστε επίσης: Οι Έλληνες κόβουν το γάλα και το γιαούρτι από τις αγορές τους
Ακολουθήστε το foodlife.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις