Τι δείχνει η έρευνα του ΙΕΛΚΑ

Αύξηση της αξίας των πωλήσεων το Β’ εξάμηνο του 2023 (+3,2%) σε σχέση με το αντίστοιχο του 2022, αλλά και συνολικά το 2023 (+2,3%) αλλά μείωση του όγκου πωλήσεων το Β’ εξάμηνο του 2023 (-1,1%) σε σχέση με το αντίστοιχο του 2022 αναμένουν τα στελέχη του λιανεμπορίου και της βιομηχανίας FMCG.

Σύμφωνα με την εξαμηνιαία κυλιόμενη Έρευνα Τάσεων στο Λιανεμπόριο FMCG του Ινστιτούτου Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) αναμένουν διατήρηση του επίπεδου του οικονομικού κλίματος σε θετικά επίπεδα, εκφράζοντας ωστόσο προβληματισμό για τις πληθωριστικές τάσεις. Ιδιαίτερα έντονη θεωρούν την επίδραση των ανατιμήσεων στη λειτουργία των επιχειρήσεων και εκτίμηση για μακροχρόνιες επιπτώσεις.

Αναλυτικά, σε σχέση με τις προσδοκίες για τις πωλήσεις του κλάδου  καταγράφεται μεγάλο ποσοστό ερωτηθέντων 80% οι οποίοι θεωρούν ότι η αξία των πωλήσεων του κλάδου θα αυξηθεί το επόμενο εξάμηνο, με ένα μικρό ποσοστό 4% οι οποίοι θεωρούν ότι θα παρουσιάσει μείωση. Μεσοσταθμικά τα στελέχη που συμμετείχαν στην έρευνα εκτιμούν ότι θα καταγραφεί αύξηση της τάξης του 3,2% στις πωλήσεις το εξάμηνο Ιούλιος 2023-Δεκέμβριος 2023 σε σχέση με το ίδιο εξάμηνο του 2022. Αντίθετα, τα στελέχη εκτιμούν μείωση του όγκου πωλήσεων το Β’ εξάμηνο του 2023 (-1,1%) σε σχέση με το αντίστοιχο του 2022. Η διαφορά αυτή αποδίδεται στις πληθωριστικές που επηρεάζουν αρνητικά τις καταναλωτικές συνήθειες.

Η πλειονότητα των επιχειρήσεων, σε ποσοστό 56% αναμένει καλύτερο οικονομικό αποτέλεσμα ως προς την κερδοφορία της το 2023, ενώ 18% αναμένει χειρότερο οικονομικό αποτέλεσμα. Οι υπόλοιπες επιχειρήσεις του δείγματος, είτε δεν έχουν ακόμα σαφή εικόνα, είτε δεν αναμένουν μεταβολή. Πρακτικά 2 στις 3 επιχειρήσεις του κλάδου του λιανεμπορίου και της βιομηχανίας τροφίμων αναμένουν κάποια μικρή κερδοφορία το 2023, ενώ λίγο περισσότερες από 1 στις 10 αναμένει ζημιές. Από αυτές τις επιχειρήσεις που αναμένουν κέρδη, οι 2 στις 3 εταιρείες αναμένουν κέρδη άνω του 2%, ενώ 1 στις 3 σχεδόν οριακά κέρδη κάτω από 2%.

Οι ανατιμήσεις

Σύμφωνα με τα στελέχη του κλάδου το κόστος ενέργειας, οι τιμές των πρώτων υλών και το κόστος μεταφορών είναι οι σημαντικότεροι παράγοντες που επηρεάζουν αυξητικά τις τιμές.

Για το σύνολο των ερωτώμενων σχεδόν (97%) ο πόλεμος στην Ουκρανία επιδρά αυξητικά στις τιμές των προϊόντων. Οι υπόλοιπο παράγοντες που καταγράφονται στη μελέτη επιδρούν και αυτοί αυξητικά στις τιμές σύμφωνα με τα στελέχη της αγοράς, αλλά με μικρότερη ένταση από τους προαναφερθέντες παράγοντες. Αυτοί κατά σειρά σημαντικότητας είναι η κερδοσκοπία, οι εκλογές, οι νομοθετικές ρυθμίσεις της πολιτείας, το κόστος δανεισμού και το εργασιακό κόστος.

Παρόλα αυτά η πλειονότητα των επιχειρήσεων του κλάδου του λιανεμπορίου τροφίμων και της βιομηχανίας τροφίμων (98%) δηλώνει πως έχει απορροφήσει μέρος των ανατιμήσεων και δεν τις έχει μεταφέρει στους πελάτες.

Το ποσοστό της αύξησης που έχει απορροφηθεί μεσοσταθμικά είναι 23%, δηλαδή το ¼ της αύξησης. Το 32% έχει απορροφήσει έως 10%, το 33% έχει απορροφήσει 10-25%, το 25% έχει απορροφήσει 25-50% και το 9% πάνω από 50%. Βέβαια το κατά πόσο αυτό μπορεί να συνεχιστεί αποτελεί ένα μεγάλο ερώτημα με βάση τα στοιχεία του σχήματος 4 για την κερδοφορία των επιχειρήσεων, καθώς όσο δεν εμφανίζεται αποκλιμάκωση των τιμών, η απορρόφηση των ανατιμήσεων θα αποτελεί μη βιώσιμη λύση για τις εταιρείες.

Ακολουθήστε το foodlife.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις